Οι αναγνώστες

Οι αναγνώστες
"Τα βιβλία που έχουμε ανάγκη είναι εκείνα που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας". Franz Kafka

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023

Ελίζαμπεθ Φιντς του Julian Barnes

 Γράφει ο Δημήτρης Σπυρίδωνος

ΕΛΙΖΑΜΠΕΘ ΦΙΝΤΣ του JULIAN BARNES

Μου αρέσει αυτός ο τύπος (ο Τζούλιαν Μπαρνς). Είναι λογάς. Μπορεί να μη λέει τίποτα, όμως οι άλλοι λένε ακόμη λιγότερα. Μπορεί να μη λέει τίποτα, αλλά τα λέει ωραία. Αυτός ο συγγραφέας αγαπάει τα επίθετα, παρά ταύτα τηρεί τον κανόνα να μη βάζει παραπάνω από τρία στη σειρά. Λατρεύει και τα συνώνυμα. Tον φαντάζομαι να γράφει έχοντας δίπλα το λεξικό συνωνύμων Merriam-Webster και φαντάζομαι, αντιστοίχως, τη δύστυχη μεταφράστρια να προσπαθεί να διευθετήσει τις λεπτές αλλαγές στο ίδιο νόημα και να αποδώσει συμφορήματα εύηχων λέξεων.

Στο παρόν έργο παρατίθενται (μερικές φορές σε μορφή δοκιμίου) σκόρπιες απόψεις, σοφίσματα,  ιδεολογικά συμφραζόμενα και επιδέξιοι προσωπικοί σχολιασμοί, χωρίς όμως αυτό να αγγίζει το όριο της επίδειξης. Ο Μπαρνς επαναλαμβάνει στερεότυπες γενικεύσεις με τον πιο πρωτότυπο τρόπο. Ουδεμία σχέση, πάντως, με τον αμπελοφιλόσοφο των αμπελοφιλοσόφων, Paulo Coelho.

Με λογιοσύνη, λογοτεχνικότητα και αδιόρατο χιούμορ (άλλοτε ίδιον των λεπτοφυών κατοίκων της γηραιάς Αλβιώνας), o JB άλλοτε είναι ζωηρός, πνευματώδης, φλεγματικός και ενίοτε βαρετούλης, παρά ταύτα ευχάριστα βαρετούλης χωρίς να γίνεται ανιαρός. Μας εξασφαλίζει μερικές νοηματικές και λεκτικές εξάρσεις σα μακρινές αστραπές σε ανέφελο ουρανό, δεν καταφέρνει όμως «να σκάνε άστρα στο κεφάλι σου». Γενικώς έχουμε ένα έργο χαλαρά δομημένο, χωρίς ουσιαστική πλοκή και μου θύμισε το παρόμοιας υφής Άνδρας με Κόκκινο Μανδύα (στο τελευταίο υπήρχε, τουλάχιστον, σεξ και αψέντι). Πολλά σχόλια, λοιπόν, όχι πολλή αφηγηματικότητα, λίγη πλοκή.

Το πόνημα δομείται σε τρία μέρη, όπου κάθε νέα ενότητα πρέπει να αντισταθμίζει τις ελλείψεις της προηγούμενης. Στο πρώτο τμήμα, ως επίδοξος αγιογράφος, ο Μπαρνς μας συστήνει τη χαρισματική Ελίζαμπεθ Φιντς. Η τελευταία κάθε άλλο παρά ρέπει προς εξωτερικές διαχύσεις και χοντροκομμένες απολαύσεις, είναι δεσμώτης της μοναχικής εμπειρίας, ποτέ δε χειραφετείται από το έλλογο καθεστώς, έστω από και φιλική δοτικότητα. Τουλάχιστον έτσι το εκλαμβάνει ο αφηγηματικός ήρωας, Νιλ.

Οι περιστασιακές συναντήσεις Ε.Φ. και Νιλ, μόνο ως απομιμήσεις παθών μπορούν να εκληφθούν. Και οι δύο αρκούνται στη μοναξιά και την ημι-αυτονομία της, κλείνοντας την πόρτα στη ματαιότητα των αυθεντικών παθών. Όμως για να (αυτο)εκπληρωθούν (οι ήρωες)… πρέπει να ζήσουν ή να επινοήσουν τον έρωτα. Έναν έρωτα που δεν τόλμησε να επινοήσει (παρά μόνο να υπονοήσει) ο συγγραφέας - δημιουργός. Επομένως, «όπως ήταν αναμενόμενο, η Ε.Φ. υπέφερε από ημικρανίες».

Ο Μπαρνς αυτοϋπονομεύεται, αφιερώνοντας ολόκληρο το μεσαίο τμήμα του βιβλίου στον Ιουλιανό τον Παραβάτη ή Αποστάτη. Εκεί η αφήγηση παραπαίει και δεν ανακάμπτει. Περιμέναμε ότι ο καλός συγγραφέας θα γνώριζε ότι είναι επικίνδυνο να ασχολείσαι με την Ιστορία και την προκατάληψη της δημιουργημένης πεποίθησης με την επιλεκτική χρήση διαφόρων στοιχείων και των αποκλεισμό άλλων που δεν ταιριάζουν με το θεωρητικό σχήμα. Επίσης, η Ιστορία είναι λιγότερο ομαλή από την αφηγηματική της εκδοχή, ενώ γενικώς είναι άθυρμα στους μηχανισμούς της αναγκαιότητας και στα σφάλματα επαγωγικού συλλογισμού.

Στο τρίτο και τελευταίο τμήμα του έργου, ο συγγραφέας επιστρέφει στην ασάφεια. Ίσως η μνήμη και οι εντυπώσεις του Νιλ να μην είναι αξιόπιστες. Ίσως καμία μνήμη να μην είναι αξιόπιστη διότι όπως αναφέρεται: «Η μνήμη είναι τελικά μια λειτουργία της φαντασίας». Όλη η υπόθεση, ως αποτέλεσμα, ίσως να μην είναι τίποτε άλλο παρά ερμηνεία και εικασίες. Περιμέναμε προς το τέλος του βιβλίου ότι αυτή η χαλάρωση της βεβαιότητας θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια τολμηρή ανατροπή. Ματαίως! Τελικά ο αναγνώστης αισθάνεται μάλλον αποστασιοποιημένος από την Ελίζαμπεθ Φιντς και το μυθιστόρημα αποστασιοποιημένο από το θέμα του.

Παρά τις γκρίνιες μου δεν μετάνιωσα, που διάβασα το παρόν. Άλλωστε ήταν (και σε έκταση) μικρούλι.